Η μαντίλα στην επικρατούσα δυτική κουλτούρα -1
Το φαινόμενο ξαφνιάζει τους ξένους επισκέπτες των αραβικών πόλεων, γιατί οι κοπέλες που φορούν τη μαντίλα ανήκουν στις σύγχρονες γενιές, έχουν φτάσει σε υψηλά στάδια εκπαίδευσης, φορούν τη μαντίλα με τη δική τους, ελεύθερη βούληση σε πολλές περιπτώσεις, αψηφώντας τη θέληση των γονέων τους.
Του Γάζι Νταχμάν, Παλαιστινίου συγγραφέως
Ένα φαινόμενο που εκδηλώθηκε στον ισλαμικό κόσμο τις τελευταίες δεκαετίες, άρχισε να προσελκύει την προσοχή των δυτικών κοινωνιολόγων. Κυρίως όσων ενδιαφέρονται για τις υποθέσεις του κόσμου αυτού ή και για τέτοια κοινωνικά φαινόμενα γενικώς. Το φαινόμενο αυτό είναι η επιστροφή της μαντίλας στον αραβικό κόσμο, ιδίως στις κοινωνίες όπου η αποικιοκρατία άσκησε μεγάλη κοινωνική και πολιτιστική επιρροή.
Το φαινόμενο άρχισε να ξαφνιάζει τους ξένους επισκέπτες των αραβικών πόλεων στη βόρεια ζώνη του αραβικού κόσμου (Αίγυπτος, Συρία, Λίβανος, Τυνησία, Αλγερία και Μαρόκο). ’ρχισε να αποτελεί μάλιστα και ένα ακατανόητο αίνιγμα για τους ξένους παρατηρητές. Κι αυτό γιατί οι κοπέλες που φορούν τη μαντίλα είναι μεσήλικες και ανήκουν στις σύγχρονες γενιές. Είναι επίσης και άνθρωποι που έχουν φτάσει σε υψηλά στάδια εκπαίδευσης. Το πιο σημαντικό όμως, είναι πως αυτές οι κοπέλες φορούν τη μαντίλα με τη δική τους, ελεύθερη βούληση· σε πολλές περιπτώσεις, αψηφώντας τη θέληση των γονέων τους.
Το περίεργο εδώ, σύμφωνα με το δυτικό κοινωνιολόγο Λούις Μπεκ είναι ότι η μαντίλα αποτελούσε για πολλούς αιώνες σύμβολο της καταστολής της άραβα και μουσουλμάνας γυναίκας, αλλά και της χαμηλής θέσης που κατέχει στην κοινωνία, κατά την επιπόλαια δυτική ανάλυση. ’λλος δυτικός κοινωνιολόγος, ο Νίκι Κέντι, αποδίδει την έκπληξη ή ακόμη και τη σύγχυση στο γεγονός ότι η μαντίλα επανήλθε στην αραβική κοινωνία μετά από μια εποχή γυναικείας δραστηριότητας και κινημάτων χειραφέτησης στο πρώτο μισό του περασμένου αιώνα. Η απόρριψη της μαντίλας ήταν σύμβολο της αποφασιστικότητας των γυναικών της περιοχής στην κατεύθυνση της χειραφέτησης και απελευθέρωσής τους από τον ανδρικό ζυγό. Ο ίδιος προσθέτει πως η εν λόγω δραστηριότητα, μέσα από διάφορα κινήματα, πέτυχε πραγματικά τη δημιουργία νόμων που διέπουν την οικογένεια και την ιδιωτική ζωή.
Αυτές οι απορίες οδήγησαν τους δυτικούς κοινωνιολόγους να συνδέσουν το φαινόμενο με τον νεωτερισμό, με τη δυτική και κοσμική του έννοια. Και να διερωτηθούν βασιζόμενοι σε διάφορες κοινωνιολογικές ταξινομήσεις, άσχετες με αυτό το φαινόμενο- εάν αποτελεί τελικά μια αντινεωτεριστική υποστροφή. Περιόρισαν έτσι επιπόλαια το νεωτερισμό στη μοντέρνα δυτική ενδυμασία, την ελευθερία συνάθροισης των δυο φύλων και τις ρομαντικές συναντήσεις. Ο βρετανός κοινωνιολόγος Τζούντι Μάμπρο έχει συνοψίσει την δυτική άποψη για τη μαντίλα κάπως αντικειμενικά, στο βιβλίο του «Η Αντίληψη των Δυτικών Περιηγητών για τις Γυναίκες στη Μέση Ανατολή». Σύμφωνα με τον Μάμπρο, τελευταία οι μουσουλμάνες αποτελούν συχνά θέμα συζήτησης στο δυτικό Τύπο. Ιδιαίτερα όταν μια μειοψηφία κοριτσιών σε Γαλλία και Αγγλία απαίτησαν το δικαίωμά τους να φορέσουν μαντίλα στα σχολεία. Ο εκτενής διάλογος που έλαβε χώρα στη Γαλλία και, σε χαμηλότερους τόνους στην Αγγλία, καθρεφτίζουν τη ριζωμένη δυτική άποψη, που θεωρεί τη θρησκεία ως μοναδική αιτία για την καταστολή των γυναικών.
Η Ευρώπη, όπως λεει ο Μάμπρο, πίστευε ανέκαθεν πως οι μουσουλμάνες έχουν υποστεί μια καταστολή που δεν έχουν γνωρίσει οι υπόλοιπες γυναίκες, κάτι που έχει περιγραφεί στα βιβλία δυτικών περιηγητών και στα βιβλία της δυτικής λογοτεχνίας. Μια εικόνα που έχει δημιουργήσει η δυτική τέχνη για μεγάλη χρονική περίοδο. Γι αυτό το λόγο το εξέλαβε ως πραγματική κατάσταση, που δεν χωράει αμφισβήτηση, αφού άλλωστε όλοι μπορούν να δουν την ενσάρκωσή του στη μαντίλα και στο θεσμό του χαρεμιού. Τα δυο αυτά φαινόμενα, ακόμα και σήμερα, εγείρουν εξίσου έντονες αντιδράσεις με παλαιότερα. Ο Μάμπρο πιστεύει πως σε κάθε γυναικείο κάλυμμα κεφαλής, η Δύση βλέπει την μπούργκα, κάτι που οδηγεί σε λανθασμένα συμπεράσματα και αντιλήψεις για το Ισλάμ και τις μουσουλμάνες. Αναφέροντας μερικά παραδείγματα, ο Μάμπρο αφηγείται τη συνάντηση ανταποκριτή του «Γκάρντιαν» με δυο μαθήτριες που φορούσαν μαντίλα. Ζήτησε να δει τον πατέρα τους, πιστεύοντας πως το Ισλάμ είναι μια θρησκεία στην οποία οι άνδρες έχουν το πάνω χέρι σε όλα τα θέματα· συνεπώς, μόνο εκείνος θα μπορούσε να απαντήσει στις ερωτήσεις του. Ένα από τα κορίτσια όμως, το οποίο δεν ήταν μεγαλύτερο από 15 ετών, απάντησε σε όλα τα ερωτήματα του με μεγάλη αυτοπεποίθηση και αξιοθαύμαστη ευγλωττία. Ήταν στην πραγματικότητα μια κυρία που γνώριζε τον εαυτό της και ήξερε τι θέλει. (Γκάρντιαν, 19 Ιαν. 1990)