Θουμάμα μπιν Αθάλ
ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΩΝ
Θουμάμα μπιν Αθάλ
Ο Προφήτης έστειλε κάποιους άνδρες προς την περιοχή Νάζντ (σημερινή Σαουδική Αραβία). Στη διάρκεια της πορείας τους αιχμαλώτισαν έναν άνδρα που λεγόταν Θουμάμα μπιν Αθάλ, ο οποίος ήταν ο ηγεμόνας της περιοχής Γιαμάμα, και σημαντικός πολέμιος των Μουσουλμάνων. Οι άνδρες τον έφεραν στο τζαμί, τον έδεσαν σε μια κολόνα και τον άφησαν εκεί.
Όταν ο Προφήτης μπήκε στο τζαμί και τον είδε δεμένο, τον πλησίασε και τον ρώτησε : “Πώς βλέπεις τα πράγματα Θουμάμα;”
Έχω κάτι καλό, Μουχάμμαντ. Εάν με σκοτώσεις, έτσι κι αλλιώς είμαι εχθρός σου (σε άλλη αφήγηση λέει είμαι ο αρχηγός της φυλής μου και οι δικοί μου θα πάρουν εκδίκηση για το θάνατό μου).
Κι αν με συγχωρήσεις θα σου είμαι παντοτινά ευγνώμων.
Κι αν θέλεις λίτρα, ζήτα όσα χρήματα θέλεις.
Ο Προφήτης ειρήνη σ’αυτόν, έφυγε και ζήτησε από τους συντρόφους του να του φερθούν με καλοσύνη και επιείκεια.
Ο Προφήτης, ειρήνη σ’αυτόν, τον άφησε να παραμείνει μέσα στο τζαμί ώστε να ακούσει το Κοράνι, να παρακολουθήσει τις προσευχές και να γνωρίσει με αυτόν τον τρόπο τις ηθικες διδασκαλίες του Ισλάμ.
Την επόμενη μέρα ο Προφήτης, ειρήνη σ΄αυτόν, τον ρώτησε: “Πώς βλέπεις τα πράγματα Θουμάμα;” Αυτός επανέλαβε τα ίδια λόγια. Ο Προφήτης τον άφησε και έφυγε.
Την τρίτη μέρα ο Προφήτης τον πλησίασε και τον ρώτησε: “Πώς βλέπεις τα πράγματα Θουμάμα;” ο Θουμάμα αποκρίθηκε :” Όπως σου είπα Μουχάμμαντ” και επανέλαβε τα λόγια του.
Τότε ο Προφήτης είπε: “Απελευθερώστε τον Θουμάμα.”
Ο Θουμάμα έφυγε σε ένα μέρος, όπου αφού πλύθηκε και καθάρισε τα ρούχα του, επέστρεψε στο τζαμί του Προφήτη. Εκεί, στάθηκε μπροστά στον Προφήτη, ειρήνη σ΄αυτόν και ασπάστηκε το Ισλάμ, αναγνωρίζοντάς την μοναδικότητα του Θεού, και τον Μουχάμμαντ ως Απόστολό Του.
Έπειτα είπε:
“Ω Προφήτη του Αλλάχ. Ορκίζομαι πως δεν υπήρχε στον κόσμο πιο μισητό πρόσωπο σε μένα, από το δικό σου. Τώρα, είναι το πιο αγαπητό σε μένα πρόσωπο.
Μα τον Αλλάχ, δεν υπήρχε στον κόσμο πιο μισητή θρησκεία σε μένα, από την δική σου. Τώρα, είναι η πιο αγαπητή σε μένα θρησκεία.
Μα τον Αλλάχ, δεν υπήρχε στην γη πιο μισητή χώρα σε μένα, από τη χώρα σου. Τώρα πια είναι η πιο αγαπητή σε μένα χώρα.”
Ο Θουμάμα αφού έγινε Μουσουλμάνος, επισκέφτηκε τη Μέκκα η οποία τότε βρισκόταν υπό τον έλεγχο των Κουραϊσιτών, διωκτών των Μουσουλμάνων.
Εκεί, μπήκε στον ιερό ναό και επανέλαβε φωναχτά προσευχές που φανέρωναν την νέα του πίστη. Οι Κουραϊσίτες μαζεύτηκαν γύρω του και άρχισαν να τον χτυπούν αλύπητα.
Ο Αμπού Σουφιάν που ήταν ο αρχηγός τους, βάλθηκε να τον σώσει υπενθυμίζοντας τους πως ο Θουμάμα ήταν ο ηγέτης της περιοχής από την οποία προμηθεύονταν σιτάρι.
Ο Θουμάμα αποκρίθηκε απειλητικά : “Μα τον Αλλάχ. Δεν θα έχετε ούτε ένα κόκκο σιτάρι εάν δεν δώσει άδεια ο Προφήτης Μουχάμμαντ.”
Τότε ο Θουμάμα προέβη σε σκληρό αποκλεισμό των Κουραϊσιτών, μέχρι που να σωθεί όλη τους η τροφή.
Ο Αμπού Σουφιάν πήγε στον Προφήτη, ειρήνη σ’αυτόν, και τον παρακάλεσε να διατάξει τον Θουμάμα να τερματίσει αυτόν τον σκληρό αποκλεισμό. Τότε ο Προφήτης, ειρήνη σ΄αυτόν, έστειλε στον Θουμάμα επιστολή, ζητώντας του να συνεχίσει να τροφοδοτεί την Μέκκα.