Μπιλαλ Ιμπν Ραμπαχ – Μέρος 2
O Προφήτης Μουχάμμαντ κατέστησε τον δούλο αυτόν, σύμβολο και δάσκαλο όλης της ανθρωπότητας με την στάση που κράτησε και τα φρικτά βασανιστήρια που υπόμεινε. Τα βασανιστήρια επαναλαμβάνονταν καθημερινώς μέχρι που και οι ίδιοι οι βασανιστές του τον λυπήθηκαν και τον άφησαν με μια όμως προυπόθεση να μην αναφέρει σε κανέναν τίποτα για τα φρικτά βασανιστήρια που δέχθηκε. Αντιθέτως, να αναφερθεί πόσα καλά του φέρθηκαν. Ο Μπιλάλ ,όμως κρατώντας ισχυρή την φλόγα της πίστης του αρνήθηκε να συναινέσει σε αυτήν την επαχθή πράξη και αντιθέτως , κραύγαζε ΄Ένας ‘’ , Ένας’’ (αναφερόμενος στον έναν Θεό), φράσεις που έκαναν ακόμη πιο έξαλλους τους βασανιστές του που στράφηκαν με ακόμη μεγαλύτερο μένος εναντίον του.
Καταπλακωμένος από μια καυτή πέτρα, περικυκλωμένος από τους βασανιστές του και πάλι αρνήθηκε να βγει από το στόμα του η απόρριψη για το Ισλάμ , και συνέχιζε να αναφωνεί με όση δύναμη του έχει μείνει ‘’Ένας ,ένας’’ αρνούμενος να υποκύψει υπό το αβάστακτο βάρος της πέτρας αλλά και της ζεστής. Ακόμη και όταν οι βασανιστές του τον περιέφεραν ως τρόπαιο στην πόλη και πάλι αρνήθηκε να προδώσει την θρησκεία του.
Όταν έπεσε η νύχτα προσπάθησαν να παζαρέψουν μαζί του. Προσπάθησαν μάλιστα να παίξουν τον ρόλο του κακού και του καλού , με τον ΄’καλό’’ να αναφέρει εκείνο το βράδυ: «Ο Μπιλάλ είναι ένας από εμάς , δεν θα τον βασανίσουμε άλλο. Η μητέρα του είναι σκλάβα από μικρή , δεν θα δεχθεί να συνεχίζει να εξευτελιζεται λόγω του Ισλάμ.» Εκείνος όμως πιστός στην θρησκεία του και με όση δύναμη του είχε απομείνει κραύγαζε ‘’ένας, ένας’’ .
Το επόμενο πρωί σίγουρος πια ότι θα βρει την ανταμοίβη που του άξιζε στην μεταθάνατον ζωή , υπέμενε και πάλι τα βασανιστηρια στην καυτή από τον ήλιο γη. Εκείνη την ώρα περνούσε από την περιοχή ο Αμπου Μπακρ. Εξεπλάγη από την συμπεριφορά των βασανιστών του και απευθυνόμενος σε αυτούς τους είπε: «Σκοτώνεται έναν άνθρωπο επειδή λεει ότι ο Αλλάχ είναι ο Θεός μου ;; Ορίστε πάρτε περισσότερα από την τιμή του και αφήστε τον ελεύθερο.» Οι λέξεις αυτές ακούστηκαν ως βάλσαμο στην ψυχή του Μπιλάλ αλλά και οικονομικά προσοδοφόρες για τους βασανιστές του Μπιλάλ που θεώρησαν κυνικά σκεπτόμενοι ότι έχουν πολύ μεγαλύτερα οικονομικά οφέλη να αποκομίσουν και δέχθηκαν την πρόταση. «Παρτον,» απάντησε ένας από τους βασανιστές, με εμφανή την πίκρα και την απέχθεια. «Ακόμη και ένα χρυσο να έδινες θα στον έδινα.» Ο Αμπου Μπακρ επέλεξε αρχικά να μην απαντήσει στην πίκρα και τα σκληρά λόγια του , αλλά επειδή αυτά τα λόγια ήταν λαβωματιές στην αξιοπρέπεια του πρώην πλέον δούλου απάντησε, «Και χιλια νομίσματα να μου ζητούσες εγώ θα τα έδινα», με αυτά τα λόγια αποχώρησε και πήγε προς τον Προφήτη όπου και του ανακοίνωσε τα όμορφα νέα.
Λίγο καιρό αργότερα ο Προφήτης Μουχάμμαντ , εγκαθίδρυσε το αδάν (κάλεσμα για προσευχή) και ρώτησε τον Μπιλάλ, «Θέλει να γίνεις ο μουεζίνης; Να λες 5 φορές την ημέρα ‘ο Αλλάχ είναι μεγάλος’ και ‘’Δεν υπάρχει Θεός παρα μόνο ο Αλλάχ;’» Αφού ο Μπιλάλ ήταν αυτός που 13 φορές αναφωνούσε με την μελωδική φωνή του ‘’ Ο ένας ο ένας’’ όταν βασανιζόταν .
O Αλλαχ είναι Μεγάλος
Ο Αλλαχ είναι Μεγάλος
Δεν υπάρχει άλλος Θεος παρά μόνο ο Αλλάχ
Δεν υπάρχει άλλος Θεός παρά μόνο ο Αλλαχ
Και ο Μουχάμμαντ είναι ο Προφήτης Του
Και ο Μουχάμμαντ είναι ο Προφήτης Του
Έλα στην Προσευχη
Ελα στην Προσευχη
Ελα στην επιτυχια
Ελα στην επιτυχια
Ο Αλλαχ είναι Μεγαλος
Ο Αλλαχ είναι Μεγάλος
Δεν υπάρχει θεός παρα μόνο ο Αλλάχ
Λίγο καιρό αργότερα μια πολύ σκληρή μάχη ξέσπασε ανάμεσα στους Μουσουλμάνους και στον στρατό των Κουράϊς, μια μάχη που διεξάχθηκε με μεγάλο μένος και σκληρότητα στην οποία πολέμησε με σθένος και ο Μπιλάλ. Η μάχη ονομάστηκε μάχη του Μπαντ και ο Πρόφητης διέταξε το σύνθημα της μάχης να είναι ‘’ Ένας , Ένας’’.
Σε αυτή την μάχη θυσιάστηκε η άρχουσα τάξη και οι νέοι της Κουράϊς. Στην μάχη αυτή συμμετείχε και ο πρώην αφέντης του Μπιλάλ, ο Ουμάγια Ιμπν Χαλαφ, o oποίος και προσπάθησε να διαφύγει από το πεδίο της μάχης αλλά ο φίλος του , Ουκμπα τον εμπόδισε και έτσι ο πρώην αφέντης έμεινε και συνέχισε να πολεμάει.
Σε αυτό το σημείο φαίνεται η δύναμη του Αλλάχ αλλά και της μοίρας αφού χάρη στον Ουκμπά , που ήταν από τους πρωτεργάτες των βασανιστηρίων εναντίον του Μπιλάλ , και την πίεση που άσκησε στον Ουμάγια για να μην φυγομαχήσει αυτός συνέχισε να πολεμάει και τελικώς σκοτώθηκε.
Η πράξη αυτή απέδειξε περίτρανα ότι ο Αλλάχ εκπληρώνει τις υποσχέσεις του. Το χρέος του Ουμάγια κάποια στιγμή θα έπρεπε να αποπληρωθεί. Η Δικαιοσύνη πάντα λαμβάνει την εκδικηση της. Κανένα χρέος δεν μένει χωρίς να τακτοποιηθεί.
Η μοίρα είχε αποφασίσει εδώ και καιρό ότι θα μπορέσει να κοροιδέψει τους τυράννους κατά την διάρκεια της μάχης του Μπαντ. Η εκδίκηση που στήθηκε από την ίδια την μοίρα είχε ως πρωταγωνιστεί το ίδιο το θύμα των βασανιστηρίων , τον ίδιο τον Μπιλάλ.
Όταν η μάχη ξεκίνησε και το σύνθημα «Ενας , Ένας» δόνησε την ατμόσφαιρα κατέστη σαφές και στο πιο δύσπιστο όπως τον Ουμάγια ότι δυο λέξεις που κραύγαζε όταν πονούσε από τα βασανιστηρία ο δούλος Μπιλάλ αποτελέσαν κεντρικό σύνθημα για μια θρησκεία και ένα έθνος.
Κατά την διάρκεια της μάχης , ο Μπιλάλ τον αντικρύζει μέσα στο χάος του πολέμου και αναφωνεί ‘’ Το κεφάλι του Χαλαφ. Δεν θα ήμουν ασφαλής αν είναι αυτός ασφαλής και κίνησε να του κόψει το κεφάλι. Η αλαζονεία ήταν τόσο βαθιά εμποτισμένη μέσα του που ακόμη και αυτή την στιγμή που ήταν ένα βήμα πριν τον θάνατο αντιδρά με αλαζονεία και έπαρση , ‘’ Μπιλάλ ο αιχμάλωτος μου’΄. Ο Μπιλάλ θεωρούσε ότι αυτό αποτελέσε άλλη μια έκφραση της αλαζονικής διάθεσης . Aμέσως μετά φώναξε στους συντρόφους του αφού κατάλαβε ότι δεν θα μπορούσε να αντιμετωπίσει μόνος του τον πρώην δυνάστη του και τον γιο του . Ο Μπιλάλ φώναξε, «Ω βοηθοί του Αλλάχ, το κεφάλι του άπιστου Ουμάγια Ιμπν Χαλαφ. Δεν θα σωθώ αν σωθεί αυτός.» Όταν έφθασαν οι σύντροφοι του , ήταν πλέον αργά και για τον πρώην βασανιστή και για τους συντρόφους του. Το τέλος του ήταν πια πραγματικότητα.
Θεωρώ ότι δεν είναι η κατάλληλη στιγμή να αναζητήσουμε πιθανά σπάργανα ανοχής και μεγαλόσυνης στον Μπιλάλ. Είναι σαφές ότι το πεδίο της μάχης μετουσιώνει τις αντιδράσεις όλων των ανθρώπων σε ένα εντελώς διαφορετικό πλάισιο από ότι αν αυτή η συνάντηση πραγματοποιούνταν σε συνθήκες ειρήνης. Δεν νομίζω πως είναι δόκιμο να αναρωτηθεί κάποιος γιατί ο Μπιλάλ δεν έδειξε ανοχή ή μεγαλοψυχία.
Οι μέρες περνούσαν και ο Προφήτης συνοδευόμενος από 10.000 άνδρες έμπαινε θριαμβευτής στην Μέκκα φωνάζοντας Ό Αλλάχ είναι Μεγάλος’’. Μόλις εισήλθε στην πόλη κατευθύνθηκε προς την Κάμπα η οποία μέχρι πρότινος ήταν γεμάτη είδωλα που συμβόλιζαν την κάθε ημέρα του χρόνου και ο Προφήτης αναφώνησε, «Η αλήθεια ήρθε και οι ψευδαισθήσεις εξαφανίστηκαν».
Από εκείνη την ημέρα και ύστερα δεν υπήρξε άλλη επίληση σε πολυθειστικά σχήματα. Ο Προφήτης Μουχάμμαντ εισήλθε στην Κάμπα με τον Μπιλάλ στο πλάι του και όταν αντίκρυσε ένα είδωλο του Αβρααμ έξαλλος είπε , «Ο Αβρααμ δεν ήταν ούτε Χριστιανός ούτε Εβραίος αλλα ήταν Μουσουλμάνος και σίγουρα όχι πολυθειστής.»
Μέτα έδωσε εντολή στον Μπιλάλ να ανέβει στο Τζαμί και να καλέσει για προσευχή.
H ζωή στην Μέκκα έλαβε την κανονική της τροπή με την μεγάλη πλειοψηφία των κατοίκων να έχει ασπαστεί την θεολογία του ενός Θεού και τους ελάχιστους πολυθειστές να βρίσκονται σε απόγνωση και σοκ από τις καταιγιστικές αυτές εξελίξεις.
Αυτός ο Μωμάμεθ που είχε εκδιωχθεί με την βία μαζί με τους 10.000 συντρόφους του είναι ο ίδιος που όταν είχε στα χέρια του την ζωή των πολυθειστών τους έλεγε με μεγαλοθυμία, «Φύγε είσαι ελεύθερος.»
Αξίζει να σημειωθεί ότι τρεις ηλικιωμένοι και σοφοί της περιοχής εκστασιασμένοι από τον ήχο της φωνής του Μπιλάλ που καλούσε για προσευχη , καθόντουσαν στην άκρη της πόλης. Αυτοί οι τρείς ήταν οι Αμπου Σουφια Ιμπν Χαρμπ που μόλις είχε ασπαστεί το Ισλάμ και οι Ατταμπ Ιμπν Ουσαιντ και Αλ Χαριθ Ιμπν Χισαμ οι οποίοι δεν το είχαν ασπαστεί. Και οι δύο μόλις αντίκρυσαν τον Μπιλάλ να καλεί για προσευχή και κυρίως μόλις είδαν το κλάμα του Μπιλάλ πίστεψαν ότι ο θεός είναι ένας, ο Αλλάχ είναι μεγάλος και ο Μουχάμμαντ ο προφήτης Του.
Φεύγοντας ο Προφήτης από την Κάμπαα συνάντησε τους ανθρώπους και γέμισε το πρόσωπο του με την χάρα και την ικανοποιήση που φέρνει ο Αλλάχ για αυτό και τους είπε, «Ξέρω τι είπατε» , και αμέσως μετά του ανέφερε τα λόγια που οι ίδιοι είχαν εκφέρει προηγουμένως.
Έτσι καλωσόρισαν τον Μπιλάλ ξανά και τον τοποθέτησαν στο κέντρο των καρδιών τους. Καλοσώρισμα που είχε εγκολπωθεί τα ίδια τα λόγια του Προφήτη : «Ω κάτοικοι των Κουράϊς ο Αλλάχ έχει σβήσει από εσάς το παγανισμό της προ-Ισλαμικής εποχής και την αλαζονεία την δική σας και των προγόνων σας. Οι άνθρωποι είναι χώμα και προέρχονται από τον Αδάμ.»
Ο Μπιλάλ συνέχισε την ζωή του με τον Προφήτη Μωμάμεθ επιφορτισμενος με τις Προσευχές και άλλα έθιμα της Θρησκείας. Όσο ζουσε με τον Προφήτη τοσο ερχόνταν όλοένα και πιο κοντά με τον Προφήτη. Για αυτό άλλωστε και ο ίδιος ο Προφήτης είχε τονίσει ότι ο Μπιλάλ είναι ένας από τους ‘’κατοίκους του Παραδείσου’’.
Ο Μπιλάλ όμως παρέμεινε ένας σεμνός άνθρωπος που δεν είχε ούτε ίχνος έπαρσης ή αλαζονείας. Ακόμη και την εποχή που ζήτησε να παντρευτεί μια κοπέλα για αυτόν και μια για τον αδελφό του , η εμφυτη αίσθηση ταπεινοφρόσυνης ήταν τόσο ισχυρή που δήλωσε στον πατέρα των δυο κοριτσιών για αυτόν και τον αδελφό του : «Είμάστε δύο σκλάβοι από την Αβυσσινία . Είμασταν χαμένοι και μας αγκάλιασε ο Αλλάχ. Είμαστε σκλάβοι του Αλλάχ. Αν μας αφήσετε να παντρευτούμε τις κόρες σας , όλη η δόξα στον Αλλάχ, αν πάλι δεν δεχθείτε ο Αλλάχ είναι Μεγάλος.»
Όταν ο Προφήτης απεβιώσε και οδηγήκε προς τον Αλλάχ, ο Μπιλάλ πήγε και συνάντησε τον άνθρωπο που ανέλαβε ως Χαλίφης, τον Αμπου Μπακρ και του δήλωσε ότι ο ‘’καλύτερος οιωνός για έναν πιστό είναι κάνει τζιχάντ’’ . «Τι θες να κανεις;» τον ρώτησε ο Αμπου Μπακρ. «Θέλω να υπηρετώ τον Αλλάχ μέχρι το τέλος της ζωής μου,» του απάντησε. Ο Αμπου Μπακρ τον ρώτησε αν θελει να συνεχίσει να λέει το αδαν και αυτός του απάντησε με δάκρυα στα μάτια ότι μετά το τέλος του Προφήτη δεν θέλει να καλεί σε προσευχή.
O Αμπου Μπακρ τον παρακάλεσε να συνεχίσει να καλεί σε προσευχή και ο Μπιλάλ του είπε, «Θα κάνω ότι θελήσεις αλλά αν με θεωρείς άνθρωπο υποταγμένο στον Αλλάχ, τότε θα μου επιτρέψεις να υποταχθώ στον Αλλάχ».
«Σε αφήνω στον Αλλάχ,» απάντησε Αμπου Μπακρ.
Σε αυτό το σημείο οι απόψεις των αφηγητών της εποχής διίστανται. Άλλοι θεωρούν ότι ο Μπιλάλ έφυγε και πολέμησε άλλοι ότι υπάκουσε τα θέλω του Αμπου Μπακρ και έμεινε κοντά του. Το δεδομένο είναι ότι με το θάνατο του Αμπου Μπακρ αποχώρησε και έφυγε για την Συρία όπου και πολέμησε. Δεν καλούσε όμως πλέον σε προσευχή γιατί όσες φορές και αν το προσπάθησε δάκρυα κυλούσαν στα μάτια του αφού θυμόταν τον Προφήτη. Παράμεινε όμως πιστός στρατιώτης του Ισλάμ και πολέμησε στην Σύρια στο όνομα του Αλλάχ.
Εκεί στα χώματα της Δαμασκού άφησε την τελευταία του πνοή πολεμώντας για τον Αλλάχ.